Τρίτη, Σεπτεμβρίου 18, 2007

Καλά, εσύ έφυγες νωρίς.



Περίμενα να σε δω να τα πούμε μετά τις εκλογές... Να πούμε για το πως περάσαμε στις διακοπές μας, εσείς στην Άνδρο, εμείς στην Αλόννησο, να θυμηθούμε τις ημέρες που περάσαμε μαζί στο Πήλιο, να σχολιάσουμε τα αποτελέσματα των εκλογών και τα προφίλ των κομάτων, ή και όχι...

Έμεινα ήσυχος με το λόγο σου της περασμένης εβδομάδας στο τηλέφωνο:

"...είμαστε λίγο κομμάτια σήμερα. Θα τα πούμε από βδομάδα... από κοντά"

Είχα σκοπό, με το που γύριζα τη Δευτέρα από το Πήλιο να σε πάρω τηλέφωνο να κάνουμε παρέα. Ακόμα και τώρα σκέφτομαι να τελειώσω αυτό που γράφω γρήγορα για να σου τηλεφωνήσω να τα πούμε μπας και πάμε το απόγευμα για κανένα καφεδάκι στην πλατεία.

Έχεις ένα μοναδικό τρόπο να κερδίζεις τους άλλους. Να τους κάνεις φίλους σου. Εύκολα, με το γλυκό σου χαμόγελο, ή με το πηγαίο σου χιούμορ, με τις απίθανες γκριμάτσες που σου βγαίνουν τόσο αυθόρμητα, με το έξυπνο, σπινθηροβόλο βλέμα σου, με το εμφατικό σου "γκαγκάν - γκαγκάααν". Δεν έχω πολύ καιρό που σε ξέρω, μα θαρώ πως αυτό το λίγο είναι αρκετό. Δεν είσαι από τους ανθρώπους που κρύβουν άγνωστες, σκοτεινές πτυχές, προσωπικές κρυψώνες. Μα μόνο που είδα το χαμόγελό σου και το βλέμα σου να κοιτάζει το κόσμο έτσι, χωρίς φίλτρα και κόσκινα κατάλαβα. Μα μόνο που άκουσα να μιλάς για τον κόσμο και τη ζωή με πάθος, όρεξη, συμπόνια, κατανόηση και ελπίδα σε πίστεψα. Έχεις ένα μοναδικό τρόπο να κερδίζεις...

Είδαμε πολλά να συμβαίνουν στη φίλη μας από τη μέρα που ήρθες πιο κοντά της. Τη βλέπαμε πιο όμορφη, πιο κεφάτη, πιό τρυφερή, πιο ερωτευμένη, πιο ελπιδοφόρα, πιο ζωντανή, πιο προβληματισμένη, πιο ολοκληρωμένη. Την ακούγαμε να μιλάει πάντα:
με το όνομά σου,
για το όνομά σου,
στο όνομά σου.

Περάσαμε μέρες και νύχτες δίπλα της, όταν τα πράγματα ήταν δύσκολα, προσπαθώντας να βρούμε το κλειδί που θα άνοιγε πάλι την πόρτα της αντάμωσης. Ευτυχώς, εσύ ήσουν πάντα από πίσω και περίμενες. Δεν έφυγες ούτε στιγμή. Ακόμη και όταν μπάρκαρες για εκείνο το μεγάλο ταξίδι πέρισυ, αυτό που φάνταζε εφιάλτης αλλά και τάμα ελπίδας μαζί, ακόμη και τότε, γύρισες γρήγορα πίσω. Και δεν γύρισες για να ξανα-φύγεις... Γύρισες για να μείνεις. Τό 'πες και τό 'κανες ρε μπαγάσα. Έμεινες για πάντα κοντά της. Έμεινες για πάντα κοντά μας.

Αποχαιρέτα τώρα τις θάλασσες που όργωσες με τα νιάτα σου. Αυτές που σε γεμίσανε δύναμη και ανδρεία και προσμονή και σύνεση. Αυτές που σε ταξίδεψαν στον κόσμο όλο, που σου έδειξαν σεβασμό και περιφρόνηση, που σε κάνανε να φοβηθείς και να νιώσεις ελεύθερος. Αποχαιρέτα τες. Τώρα θα μένεις πια εδώ. Μαζί μας. Στη γή που έζησες παιδί και γέλασες με τους φίλους σου. Στη γή που με δάκρυα στα μάτια παρέδωσες τον πατέρα σου όσο ήσουν ακόμη παιδί. Σε αυτήν την ίδια γή που τρέμει κάτω από το φοβερό μούγκρισμα της μηχανής σου κάθε φορά που έχεις τα κέφια σου.

Καλό σου ταξίδι Νικολή.